Με τραγικά νωπές τις µνήµες τού πώς το bullying µπορεί να οδηγήσει στην απόγνωση, το να σπάσεις τη σιωπή τελικά σε φέρνει πιο κοντά στην κάθαρση.
H πλάκα γίνεται µεταξύ ίσων, γι’ αυτό και ξέρει πώς να αυτορρυθµίζει τα όριά της. Στο bullying –σχολικό ή όχι– υπάρχει πάντα ένας (ή µια οµάδα) που διακατέχεται από σύµπλεγµα ανωτερότητας, συνήθως σωµατικής, γι’ αυτό και αποφασίζει ότι είναι αρµόδιος να φέρει στα δικά του µέτρα και σταθµά όσες συµπεριφορές και προσωπικότητες αποκλίνουν από το δικό του πρότυπο. Όσο αιρετικό κι αν ακούγεται, είναι στην ανθρώπινη φύση να θέλει να επιβάλλεται στον πιο αδύναµο, σε ένα ατέρµονο παιχνίδι επιβολής εξουσίας που στόχο έχει την επικράτηση και, κατά σχήµα οξύµωρο, τη βελτίωση και τη διαχρονικότητα. Επιζούν µόνο όσοι ανήκουν σε ισχυρές συµµαχίες. Ο διαφορετικός απλώς δεν επιβιώνει.
Θύµα και θύτης
Ο εκφοβιστής είναι πάντα τροµοκράτης, χωρίς το αντίστροφο να ισχύει πάντα. Ο τρόµος, ο εµπαιγµός, η (συγκεκριµένη ή αφηρηµένη) απειλή είναι τα… εργαλεία συνετισµού του αντιπάλου, ο οποίος καλείται να αφοµοιωθεί ή απλώς να (απο)σιωπήσει. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ως φαινόµενο το bullying συναντάται σε κάθε φάση κοινωνικής ανάπτυξης του ανθρώπου, από το µαθητή που ενστικτωδώς θα κοροϊδέψει το συµµαθητή του που φοράει γυαλιά/σιδεράκια, έχει ακµή, παραπανίσια κιλά ή απλώς είναι καλός όσον αφορά στις σχολικές επιδόσεις, µέχρι τον ενήλικα που θα υποστεί ψυχολογική ή σωµατική βία επειδή είναι γυναίκα, µετανάστης, οµοφυλόφιλος ή απλώς διαφορετικού χρώµατος.
Παλιά ιστορία
Στον εκφοβισµό/τραµπουκισµό δεν υπάρχουν όρια. Ο σκοπός αγιάζει όλα τα µέσα. Και το πιο φοβερό είναι πως σε αυτή την καθόλου καινούρια µάστιγα, όλοι µας θα κληθούµε κατά τη διάρκεια της ζωής µας πότε να παίξουµε το ρόλο του θύµατος και πότε του ίδιου του θύτη. Πρέπει, λοιπόν, να µάθουµε όχι να αφορίζουµε αλλά να χειριζόµαστε αποτελεσµατικά µια κατάσταση που είναι τόσο έµφυτη και τόσο παλιά όσο εµείς πάνω σε αυτή τη Γη. Πρέπει να αναγνωρίζουµε πως υπάρχει πλέον περιθώριο στη σύγχρονη κοινωνία για τη διαφορετικότητα. Κανείς δεν απειλεί την ύπαρξή µας, δεν ζούµε πλέον στο πρωτόγονο θηρευτικό-συλλεκτικό στάδιο, οι δοµές, η σκέψη, η ίδια η ύπαρξη ως ολότητα πήγαν πολλά βήµατα παραπέρα.
Ακολουθούν πραγµατικές σκέψεις-εξοµολογήσεις ανθρώπων που έχουν υποστεί αλλά και έχουν ασκήσει ψυχολογική ή σωµατική βία σε άλλους. Οι περιπτώσεις που αναφέρουν ακούγονται τραγικά οικείες, σχεδόν καθηµερινές. Όχι, το bullying δεν είναι το τέρας που, αν το κρύψεις στην ντουλάπα του µυαλού σου, θα φύγει. Για να το πολεµήσεις, πρέπει να το κοιτάξεις κατάµατα…
Αληθινές µαρτυρίες
«Γυρνούσα από το σχολείο χωρίς την αδελφή µου, που είχε σχολάσει νωρίτερα. Στο δρόµο για το σπίτι µε ακολουθούσε µια παρέα από 2-3 αγόρια –συµµαθητές µου– και µου µιλούσαν κοροϊδευτικά, χωρίς εγώ να γυρίσω να τους κοιτάξω. Με φώναζαν “εσύ µε τα σπυριά, εσύ η βλογιοκοµµένη, σου µιλάµε” και, όταν είδαν πως δεν τους απαντούσα, µου κλότσησαν την τσάντα που είχα στον ώµο και µε έριξαν κάτω. Συνέχισαν να το κάνουν για µία εβδοµάδα. Αποφάσισα να το πω στη µητέρα µου, που µίλησε στο γυµνασιάρχη. Την άλλη µέρα στο σχολείο απέφευγαν να µε κοιτάζουν και ευτυχώς δεν µε ξαναενόχλησαν».
Μαργαρίτα, 14 ετών-
«Ήµουν πάντα µια καλή µαθήτρια και, γενικά, οι καθηγητές µε συµπαθούσαν, χωρίς να έχω ιδιαίτερες σχέσεις µαζί τους. Οι φίλες µου µε κορόιδευαν και έφτασαν σε σηµείο να διαδίδουν για… πλάκα πως ήµουν λεσβία και άρεσα σε κάποια καθηγήτριά µου. Είµαι σίγουρη ότι το είχε µάθει και εκείνη. Αισθανόµουν φρικτά και, παρόλο που τους είχα πει να το σταµατήσουν, τρέφονταν από αυτή µου την αντίδραση και έβρισκαν την αφορµή να προσθέτουν ένα ακόµα ψέµα σε αυτή την εικόνα. Έφτασα στο σηµείο να µη θέλω να πηγαίνω καθόλου σχολείο, ενώ τις περισσότερες απουσίες τις έκανα όταν είχαµε µάθηµα µαζί της· πήγαινα στο σπίτι µου και έκλαιγα µόνη µου».
-Βερονίκη, 23 ετών-
«Όταν ήµουν εν ενεργεία δάσκαλος και είχα πάρει την έκτη, τους κοινοποίησα από την αρχή του χρόνου µια νέα παιδαγωγική µέθοδο που είχα σκεφτεί για να τους κάνω να διαβάζουν περισσότερο. Όποιος ερχόταν αδιάβαστος ή δεν είχε κάνει τις ασκήσεις του ήταν υποχρεωµένος να φορά µέσα στην τάξη στο λαιµό µια µεγάλη κουδούνα προβάτων και να κάνει “µπεεε”… Πίστευα ότι η ντροπή που θα ένιωθαν µπροστά στους συµµαθητές τους θα ήταν το τέλειο κίνητρο για να µην ξαναέρθουν αδιάβαστοι. Αν και τις περισσότερες φορές έσκαγαν όλοι στα γέλια –ακόµα και οι τιµωρηµένοι–, υπήρχαν τρεις περιπτώσεις µαθητών που µε προβληµάτισαν, µια και είχαν φορέσει την κουδούνα πιο πολύ από όλους. Ο ένας ζήτησε να αλλάξει τάξη, ο άλλος άλλαξε σχολείο και ο τρίτος δεν έµαθα ποτέ γιατί σταµάτησε οριστικά. Μετά από τόσα χρόνια που κάνω την αυτοκριτική µου, ίσως το µέτρο αυτό να ήταν από την πλευρά µου ακραίο».
-Παναγιώτης, 68 ετών-
«Στο γυµνάσιο είχαµε ένα γυµναστή που επέµενε να κάνουµε όλοι, ανεξαρτήτως φυσικής κατάστασης και σωµατοδοµής, ασκήσεις επίδειξης στον ίππο. Είχε πάθει τέτοια ψύχωση που συνέδεε το βαθµό του τριµήνου µε την επίδοσή µας σε αυτό. Έτρεµα από το φόβο µου, µια και δεν µπορούσα να κάνω αυτή την άσκηση, βλέποντας µάλιστα πόσο χλευαστικά αντιδρούσαν οι συµµαθητές µου απέναντι σε όσους αποτύγχαναν. Είχα παραλύσει από το άγχος κι έτσι αποφάσισα να του µιλήσω. Μου απάντησε µε ένα… ξερό “αν ήσουν λιγότερο παχύς, δεν θα φοβόσουν” και µου έβαλε 11 στο τρίµηνο. Όλη την υπόλοιπη χρονιά µε κοίταζε, µε έδειχνε σε συµµαθητές µου και γέλαγε».
-Στέλιος, 17 ετών-
«Ο πρώην σύζυγός µου ήταν ένας καθαρά επικριτικός χαρακτήρας. Δύσκολα τον ικανοποιούσες και ακόµα πιο δύσκολα έπαιρνες από το στόµα του µια καλή κουβέντα. Μπροστά σε φίλους χλεύαζε πάντα, δήθεν για πλάκα, τις επιδόσεις µου στη νοικοκυροσύνη, ενώ παράλληλα φρόντιζε να υποτιµά και τις επαγγελµατικές µου ικανότητες, απλώς και µόνο επειδή ήταν οπαδός του “οι γυναίκες πρέπει να κάθονται στ’ αυγά τους”. Η όποια αντίδρασή µου καταπνιγόταν στην ειρωνεία. Συνεχώς µε απειλούσε πως θα µε παρατούσε και δεν θα έβρισκα ποτέ κανέναν να µε ξανακοιτάξει. Έβρισκε συνεχώς λάθη και παραλείψεις, σκόπιµα, για να δηµιουργεί ένταση στη σχέση µας. Από το πώς έπλενα τα µαχαιροπίρουνα µέχρι το πώς σιδέρωνα τα εσώρουχά του, όλα τα έβρισκε λάθος, ενώ µε χαιρεκακία δήλωνε πως η βόλτα στο σουπερµάρκετ µού έφτανε και µου περίσσευε…».
-Φωτεινή, 35 ετών-
«Τη θητεία στο στρατό από την αρχή την αντιµετώπισα σαν αναγκαίο κακό. Μετρούσα τις µέρες για να απολυθώ και προσπαθούσα να περνώ απαρατήρητος. Όταν ήρθε στη µονάδα νέος διοικητής, από την αρχή δήλωσε αυστηρός µε όσους “δεν κοιτούσαν τη δουλειά τους”. Ένα βράδυ που είχα υπηρεσία, για κακή µου τύχη, τον είδα πιωµένο να βάζει µέσα στο στρατόπεδο δύο κοπέλες. Το κακό είναι πως µε είδε και αυτός. Από την εποµένη κιόλας ξεκίνησαν µέρες και νύχτες που θα ήθελα να ξεχάσω. Έζησα µια κόλαση στα χέρια τα δικά του και των “πρωτοπαλίκαρών” του. Με κλείδωναν στις τουαλέτες, µε ξυπνούσαν άγρια χαράµατα για ασκήσεις στο χιόνι, εξαφάνιζαν τα ρούχα µου όταν έκανα µπάνιο, µου χρέωνε νοθεία στην καταµέτρηση του πολεµικού υλικού για το οποίο ήµουν υπεύθυνος… Γέµισα µε µίσος και απέχθεια».
-Σπύρος, 42 ετών-
«Ο προϊστάµενός µου στη δουλειά ήταν πάντα πολύ απαιτητικός και ξέφευγε εκτός ορίων ευπρέπειας όταν δεν τηρούσαµε τα παράλογα χρονοδιαγράµµατά του. Ονοµαστικές ύβρεις και αγοραίοι χαρακτηρισµοί περιλαµβάνονταν στο… πλούσιο ρεπερτόριό του. Μας απειλούσε πως θα εισηγηθεί την απόλυση όλων µας στο αφεντικό και απαιτούσε να µην κάνουµε διαλείµµατα και να έχουµε συνεχώς ανοιχτό το κινητό µας, ακόµα και Σαββατοκύριακα ή αργίες. Είχαµε σταµατήσει να έχουµε προσωπική ζωή. Με έπιαναν τα κλάµατα και το παράπονο. Λίγοι τολµούσαν να του αντιτείνουν κάτι, µια και το µόνο που έκανε ήταν να δείχνει µε νόηµα πως θα πληκτρολογήσει το νούµερο του αφεντικού. Σε λίγο καιρό, βέβαια, όντως το πληκτρολόγησε, αλλά για να πληροφορηθεί πότε θα πάρει την αποζηµίωσή του, καθώς τελικά ο εργοδότης µας τον απέλυσε».
-Γιώτα, 38 ετών-
«Μου έχουν κάψει δύο φορές ένα µαγαζί που έχω στο κέντρο της Αθήνας και άλλες τρεις έχουν µπει και έχουν καταστρέψει όλο µου το εµπόρευµα. Πάντα φροντίζουν να µου αφήνουν πίσω ένα σηµείωµα που λέει: “Να δεις τι σου ’χω για µετά, παλιολεχρίτη… Γύρνα πίσω στη λιγδιασµένη χώρα σου”. Είµαι 10 χρόνια νόµιµος µετανάστης στην Ελλάδα, αλλά νοµίζω πως δεν µπορεί κανείς πια να µε βοηθήσει και σκέφτοµαι να φύγω σύντοµα. Φοβάµαι για τη ζωή µου».
-Αχµέτ, 31 ετών-
«Η αδελφή του άντρα µου είχε συνηθίσει να τροµοκρατεί ψυχολογικά τους γονείς της και τον αδελφό της για χρόνια, γεµίζοντάς τους µε χίλιες δυο ενοχές και χρεώνοντάς τους τη δήθεν αποτυχηµένη ζωή της. Όταν µπήκα και εγώ στο προσκήνιο, θεώρησε πως έπρεπε να κάνει τα ίδια και να µε βάλει στα ίδια… γρανάζια. Έλεγε τερατώδη ψέµατα για µένα, έκανε το άσπρο µαύρο, ζύγιζε κάθε µου λέξη για να την παρουσιάσει ως απόδειξη ότι τη µισούσα, ανέβαζε στο διαδίκτυο φωτογραφίες των παιδιών µου –παρά την απερίφραστη αντίθεσή µου– και, φυσικά, εµµέσως έλεγε πως “τύλιξα” τον αδελφό της. Εγώ απλώς έκανα υποµονή, δεν µιλούσα, παρόλο που είχα φτάσει να χάνω τον ύπνο µου µε τα καµώµατά της και να φοβάµαι ακόµα και καληµέρα να της πω, µη τυχόν και την παρεξηγήσει. Και όλα αυτά γιατί σεβόµουν τον άντρα µου. Τώρα που το σκέφτοµαι, όµως, ίσως θα ήταν χρήσιµο και δείγµα απολύτως υγιούς αντίδρασης να την είχα πλακώσει στα χαστούκια καµιά φορά».
-Ηλέκτρα, 32 ετών-
Tι λεει o ειδικός
Το νταηλίκι είναι µια µορφή κακοποίησης, συγκεκριµένα εκφοβισµού ή εξαναγκασµού. Συνεπάγεται περιοδικά επαναλαµβανόµενες πράξεις που σκοπό έχουν την επιβολή ενός ατόµου ή µιας οµάδας πάνω σε ένα άλλο άτοµο ή οµάδα, εποµένως µια «ανισορροπία δυνάµεων» κοινωνική ή και σωµατική. Το νταηλίκι µπορεί να προκύψει: στο σχολείο, στο στρατό, στην οικογένεια, στο χώρο εργασίας, στη γειτονιά. Είναι ένας ακόµα παράγοντας ώθησης στη µετανάστευση. Εκφοβισµός υπάρχει ακόµα και µεταξύ χωρών (υπερβολικός εθνικισµός, σοβινισµός). Η βία είναι το πρώτο γεγονός που συγκροτεί και αυτό το οποίο κάνει εφικτές τις κοινωνίες, είναι κάποιου είδους µετουσίωση, απαραίτητη κάθε φορά ώστε να υπάρξει άλλου είδους δεσµός µε τον «άλλο».
Πολλά υποκείµενα, όµως, δεν καταφέρνουν να κάνουν ένα δεσµό µε τον «άλλο». Η µόνη ταύτιση που µπορεί να κοινωνικοποιήσει αυτά τα υποκείµενα είναι µια φαντασιακή ταύτιση, η οποία µπορεί να τα σπρώχνει προς την επιθετική πράξη, προς τη σύγκρουση. Μια άλλη εκδοχή της βίας και της επιθετικής πράξης είναι όταν το υποκείµενο εντοπίζει το κακό που ενσαρκώνει ο ίδιος στον «άλλο».
Η επιθετική πράξη στοχεύει το αντικείµενο της απόλαυσης του «άλλου», το υποκείµενο δηλαδή εντοπίζει την απόλαυση στον «άλλο» και την αφαιρεί. Αυτή είναι η ρίζα του ρατσισµού.
Το σώµα του άλλου, του διαφορετικού, του µετανάστη, λειτουργεί κατοπτρικά ως αποκρουστικό, που αναδεικνύει στο θύτη την ιδανική εικόνα µιας ταυτότητας προς υπεράσπιση, της φυλετικής καθαρότητας. Ως εκ τούτου πρέπει να εκριζωθεί το κακό και σε αυτή την περίπτωση το κακό µπορεί να είναι «το αίµα του εχθρού». Μιλάµε για εκρίζωση του «αίµατος του κακού» από το σώµα του έτερου, που δυστυχώς δεν κατέστη δυνατόν να γίνει εταίρος.
Αργύρης Τσάκος, Κλινικός Ψυχολόγος, MSc Κοινωνικής Ψυχιατρικής, ψυχαναλυτής
Διάβασε επίσης:
Μιλάς µε τον εαυτό σου; Είσαι ιδιοφυΐα!