Tα μητρικό γάλα αποτελεί την καλύτερη διατροφή για τα μωρά, καθώς έχει τη σωστή ποσότητα θρεπτικών συστατικών, ενώ παράλληλα είναι εύπεπτο και εύκολα διαθέσιμο. Είναι επίσης γνωστό ότι, οι γυναίκες που θηλάζουν εκδηλώνουν σε μικρότερο βαθμό τ επιλόχεια κατάθλιψη απ’ ό,τι ο υπόλοιπες λεχώνες, οπότε ο θηλασμός δρα ως φυσικό αντικαταθλιπτικό βελτιώνοντας τη διάθεση της μητέρας! Ποια είναι τα θρεπτικά συστατικά που περιέχει;
του Πάρη Παπαχρήστου – Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, M.Sc. – Ιδρυτής του medNutrition.gr
Λίπος
Το μητρικό γάλα είναι τόσο τέλεια προσαρμοσμένο στις ανάγκες του μωρού, που η περιεκτικότητα του σε λίπος μεταβάλλεται και στη διάρκεια του ίδιου γεύματος: στην αρχή του θηλασμού είναι πιο αραιό, ώστε να κάνει το μωράκι να ξεδιψάσει, και μετά, καθώς εκείνο αρχίζει να καταπίνει πιο αργά, έρχεται το πιο βαρύ, θρεπτικό γάλα. Κι ακόμα, γίνεται πλουσιότερο σε λίπος (λινολεϊκό και λινολενικό) όσο αυξάνεται η συχνότητα των θηλασμών.
Βιταμίνες και Μεταλλικά άλατα
Τα άλλα δύο σημαντικά συστατικά του γάλακτος της μητέρας είναι οι βιταμίνες και τα μεταλλικά άλατα. Κι εδώ σημασία δεν έχει μόνο η περιεκτικότητα, αλλά και ο τρόπος που αυτά μπορούν να απορροφηθούν από τον οργανισμό του μωρού. Η βιταμίνη C και η λακτόζη, που επίσης περιέχονται στο γάλα, βοηθούν ακόμη περισσότερο αυτή τη διαδικασία.
Γιατί ενδείκνυται ο θηλασμός για τα παιδιά;
Όπως αποδεικνύεται από πρόσφατες επιστημονικές μελέτες, τα παιδιά που έχουν θηλάσει μεγαλώνοντας δείχνουν να έχουν υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης, αφού το μητρικό γάλα περιέχει συγκεκριμένες ουσίες που βοηθούν στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, όπως το DHA. Επίσης παθαίνουν σπανιότερα διάρροιες και γαστρεντερικές μολύνσεις, διαθέτουν πιο ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα και εμφανίζουν λιγότερες πιθανότητες να γίνουν παχύσαρκα στο μέλλον.
Θηλασμός: γιατί είναι ωφέλιμος για τη γυναίκα;
- Ευνοεί την απώλεια των παραπανίσιων κιλών που άφησε πίσω της η εγκυμοσύνη
- Μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου στο μαστό και στις ωοθήκες σε βαθμό ανάλογο του χρόνου θηλασμού
Τα οφέλη του θηλασμού για το μωρό:
Το μητρικό γάλα παρέχει την ιδανική διατροφή για τα μωρά
Οι περισσότεροι οργανισμοί υγείας συνιστούν αποκλειστικό θηλασμό για τουλάχιστον 6 μήνες. Στη συνέχεια, συστήνεται η συνέχιση του θηλασμού μέχρι τουλάχιστον το πρώτο έτος, ενώ παράλληλα διάφορες στερεές τροφές εισάγονται στη διατροφή του μωρού (2).
Το μητρικό γάλα περιέχει όλα όσα χρειάζεται το μωρό για τους πρώτους έξι μήνες, στις σωστές αναλογίες, ενώ η μητέρα φύση έχει προνοήσει έτσι ώστε η σύνθεσή του να αλλάζει σύμφωνα με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες του μωρού, ειδικά κατά τον πρώτο μήνα της ζωής του.
Κατά τις πρώτες ημέρες μετά τη γέννηση, το στήθος παράγει ένα παχύ και κιτρινωπό υγρό, που ονομάζεται πύαρ-πρωτόγαλα και είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες, χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες και φορτωμένο με ευεργετικές ενώσεις. Το πρωτόγαλα είναι το ιδανικό “πρώτο – γάλα” που βοηθά στην ανάπτυξη του ανώριμου πεπτικού συστήματος του νεογέννητου.
Μετά τις πρώτες μέρες, οι μαστοί αρχίζουν να παράγουν μεγαλύτερες ποσότητες γάλακτος, καθώς το στομάχι του μωρού μεγαλώνει.
Το μόνο πράγμα που μπορεί να “λείπει” από το μητρικό γάλα είναι η βιταμίνη D, εκτός κι αν η μητέρα έχει μια πολύ υψηλή πρόσληψη της βιταμίνης(3). Για να αντισταθμιστεί, συνήθως συνιστάται η χορήγηση βιταμίνης D σε σταγόνες από την ηλικία των 2-4 εβδομάδων (4).
Το μητρικό γάλα περιέχει σημαντικά αντισώματα
Το μητρικό γάλα είναι φορτωμένο με αντισώματα που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα του μωρού να καταπολεμήσει τους ιούς και τα βακτήρια. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το πρωτόγαλα, που παρέχει υψηλές ποσότητες ανοσοσφαιρίνης Α (IgA), καθώς επίσης και διάφορα άλλα αντισώματα. Όταν η μητέρα είναι εκτεθειμένη σε ιούς ή βακτήρια, αρχίζει να παράγει αντισώματα, τα οποία στη συνέχεια εκκρίνονται στο μητρικό γάλα και περνούν στο βρέφος.
Η IgA προστατεύει το μωρό από το να αρρωστήσει με το σχηματισμό ενός “προστατευτικού φιλμ” στη μύτη, το λαιμό και το πεπτικό σύστημα του μωρού. Για το λόγο αυτό μητέρες με γρίπη που θηλάζουν, στην πραγματικότητα παρέχουν αντισώματα στα μωρά τους, που τα βοηθούν να καταπολεμήσουν το παθογόνο παράγοντα, που προκαλεί την γρίπη ασθένεια.
Παρ ‘όλα αυτά, αν είστε άρρωστες, θα πρέπει πάντα να τηρείτε αυστηρά τους κανόνες υγιεινής, να πλένετε τα χέρια σας συχνά και να προσπαθείτε να αποφύγετε τη μόλυνση του μωρού σας.
Τα γάλατα σε σκόνη δεν παρέχουν προστασία στα μωρά. Πολυάριθμες μελέτες δείχνουν ότι τα μωρά που δεν θηλάζουν είναι πιο ευάλωτα σε προβλήματα υγείας, όπως η πνευμονία, η διάρροια και οι λοιμώξεις.
Ο θηλασμός μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για πολλές ασθένειες
Ο θηλασμός έχει μια εντυπωσιακή λίστα με οφέλη για την υγεία του μωρού. Ιδιαίτερα ο αποκλειστικός θηλασμός, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης πολλών ασθενειών, μεταξύ των οποίων:
- Λοιμώξεις του μέσου ωτός: 3 ή περισσότεροι μήνες αποκλειστικού μητρικού θηλασμού μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο κατά 50%, ενώ ο περιστασιακός θηλασμός μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο κατά 23%
- Λοιμώξεις του αναπνευστικού: Ο αποκλειστικός θηλασμός για περισσότερο από 4 μήνες μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας για αυτές τις λοιμώξεις έως και 72%.
- Κρυολογήματα και λοιμώξεις: Τα μωρά που θηλάζουν αποκλειστικά για 6 μήνες μπορεί να έχουν έως και 63% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών κρυολογημάτων και λοιμώξεις των αυτιών ή του λαιμού.
- Λοιμώξεις του γαστρεντερικού: Ο θηλασμός συνδέεται με μια μείωση 64% σε λοιμώξεις του εντέρου, ενώ θεωρείται ότι προστατεύει μέχρι και 2 μήνες μετά την διακοπή του.
- Βλάβη του εντερικού βλεννογόνου: Η σίτιση πρόωρων νεογνών με μητρικό γάλα συνδέεται με 60% μείωση της συχνότητα εμφάνισης της νεκρωτικής εντεροκολίτιδας.
- Σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου (SIDS): Ο θηλασμός συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο κατά 50% μετά από 1 μήνα και με 36% μειωμένο κίνδυνο κατά το πρώτο έτος.
- Αλλεργικές ασθένειες: Ο αποκλειστικός θηλασμός για τουλάχιστον 3-4 μήνες συνδέεται κατά 27-42% με μειωμένο κίνδυνο άσθματος, ατοπικής δερματίτιδας και εκζέματος.
- Κοιλιοκάκη: Τα μωρά που θηλάζουν κατά τη περίοδο της πρώτης έκθεσης στη γλουτένη έχουν 52% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης κοιλιοκάκης.
- Φλεγμονώδη νόσο του εντέρου: Τα μωρά που θηλάζουν μπορεί να έχουν περίπου 30% λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κατά την παιδική ηλικία φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
- Διαβήτης: Ο θηλασμός για τουλάχιστον 3 μήνες συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 1 (έως 30%) και διαβήτη τύπου 2 (μέχρι 40%) τύπου.
- Λευχαιμία: Ο θηλασμός για 6 μήνες ή περισσότερο συνδέεται με μια μείωση 15-20% του κινδύνου εμφάνισης παιδικής λευχαιμίας.
Εκτός από τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης πολλών λοιμώξεων, ο θηλασμός έχει επίσης αποδειχθεί ότι μειώνει σημαντικά την σοβαρότητα τους .
Επιπλέον, οι προστατευτικές επιδράσεις του θηλασμού φαίνεται να έχουν διάρκεια καθ ‘όλη την παιδική ηλικία, ακόμα και την ενήλικη ζωή.
Ο θηλασμός προάγει την υγιή αύξηση του σωματικού βάρους και βοηθά στην πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας
Μελέτες δείχνουν ότι τα ποσοστά παχυσαρκίας είναι 15-30% χαμηλότερα σε βρέφη που θηλάζουν, σε σύγκριση με τα μωρά που τρέφονται με φόρμουλες γάλακτος. Η διάρκεια είναι επίσης σημαντική, καθώς κάθε μήνας θηλασμού, μειώνει τον κίνδυνο μελλοντικής παχυσαρκίας κατά 4%. Αυτό πολύ πιθανόν οφείλεται στην ανάπτυξη του μικροβιώματος του εντέρου. Τα μωρά που θηλάζουν έχουν υψηλότερα ποσοστά ωφέλιμων βακτηρίων του εντέρου, τα οποία με την σειρά τους μπορεί να επηρεάσουν την αποθήκευση λίπους.
Τα μωρά που τρέφονται με μητρικό γάλα έχουν επίσης περισσότερη λεπτίνη από ότι τα μωρά που τρέφονται με φόρμουλες γάλακτος. Η λεπτίνη είναι μια ορμόνη κλειδί για τη ρύθμιση της όρεξης και την αποθήκευση λίπους.
Το πιο σημαντικό είναι ότι τα μωρά που θηλάζουν μπορούν να αυτο-ρυθμίζουν την πρόσληψη γάλακτος. Τρώνε μόνο μέχρι ικανοποιήσουν την πείνα τους και αυτό τα βοηθά να αναπτύξουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες.
Ο θηλασμός μπορεί να κάνει τα παιδιά ευφυέστερα
Ορισμένες μελέτες δείχνουν πως μπορεί να υπάρχει μια διαφορά στην ανάπτυξη του εγκεφάλου μεταξύ των μωρών που θηλάζουν και των μωρών που σιτίζονται με φόρμουλες γάλακτος. Η διαφορά αυτή μπορεί να οφείλεται στη σωματική οικειότητα, στην ανάπτυξη της αφής και στη χρήση της όρασης που σχετίζεται με το θηλασμό. Οι μελέτες δείχνουν ότι τα μωρά που θηλάζουν έχουν υψηλότερο σκορ νοημοσύνης και είναι λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν προβλήματα με τη συμπεριφορά και τη μάθηση καθώς μεγαλώνουν.
Ωστόσο, οι πιο έντονες επιδράσεις παρατηρήθηκαν σε πρόωρα βρέφη, τα οποία έχουν υψηλότερο κίνδυνο για εκδήλωση αναπτυξιακών προβλημάτων. Η έρευνα δείχνει, ότι ο θηλασμός έχει σαφώς σημαντικές θετικές επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του εγκεφάλου τους.
Διαβάστε επίσης:
- 5 μυστικά για να μείνετε έγκυος – Τα tips γονιμότητας
- Μαμά μετά τα 40: Πόσο εφικτό είναι; Ειδικός απαντά